ἐργασίας, τας
Ερμηνεία:
[αιτιατική πληθ. (η εργασία, αι εργασίαι, των εργασιών τας εργασίας)]
Ετυμολογία:
[<(Όμηρ.) ἐργασίη (ἐργασία, δουλειά) < ἐργάζομαι <ἐργον. Κ.Δ. 6 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… κ' ἔκαμεν ἐργασίας πολλάς…[Πάσχα Ρωμέϊκο].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|